π. Καλλινίκου Ἡλιοπούλου, πτ. Θεολογίας
Σεβασμιώτατε Ποιμενάρχα τῆς Μητροπόλεως Πειραιῶς καί Σαλαμίνος κ.κ. Γερόντιε, Σεβαστοί Πατέρες,
Ἀγαπητοί νέοι καί νέες, μέλη τοῦ Νεανικοῦ Ὀρθοδόξου Συνδέσμου τῆς Ἐκκλησίας μας,.
Ἀγαπητοί νέοι καί νέες, μέλη τοῦ Νεανικοῦ Ὀρθοδόξου Συνδέσμου τῆς Ἐκκλησίας μας,.
Ἀναμικτα εἶναι τά συναισθηματά μου τή στιγμή αὐτή εὑρισκόμενος στό ἱερό αὐτό βῆμα ἐνωπιόν σας, ἄφ΄ἑνός διακατέχομαι ἀπό πνευματική χαρά καί συγκίνηση διά τήν ἀνταπόκρισή σας γιά μιά ἀκόμη φορᾶ στό κάλεσμα τῆς Ἐκκλησίας μέσω τοῦ Νεανικοῦ Ὀρθοδόξου Συνδέσμου, ἄφ΄ἑτέρου δέ φόβο καί ἱερό δέος διά τό θέμα πού καλοῦμαι σήμερα νά σᾶς παρουσιάσω, πού ἀφορᾶ τρεῖς πραγματικά μεγάλους ἄντρες, τρεῖς θεματοφύλακες τῆς χριστιανικῆς καί ἑλληνικῆς κληρονομιᾶς, τρεῖς γίγαντες τῆς πίστεως, τούς Τρεῖς Ἱεράρχες, “τούς τρεῖς μεγίστους φωστήρας τῆς τρισηλίου θεότητος, τούς τήν οἰκουμένην ἀκτίσι δογμάτων θείων πυρσεύσαντας”, ὅπως ἀναφέρει ὁ Ἱερός ὑμνωδός στό Ἀπολυτίκιο τῆς ἡμέρας.
Δύο σημαντικές χρονολογίες σηματοδοτοῦν τήν ἐξέλιξη τῆς σημερινῆς ἑορτῆς. Ἡ πρώτη, καθαρά ἐκκλησιαστική, ἄγει τήν ἀπαρχή της στά μέσα του 11ου μ.Χ. αἱ., ὅταν ὁ μητροπολίτης Εὐχαϊτῶν Ἰωάννης Μαυρόπους καθιέρωσε τόν κοινό ἑορτασμό τῶν Τριῶν αὐτῶν Μεγάλων Ἱεραρχῶν, Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ὕστερα ἀπό θαυμαστό ὅραμα τό ὁποῖο εἶδε. Ἡ δεύτερη, περισσότερο πολιτιστικοῦ χαρακτήρα, δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τό ἀκαδημαϊκό ἔτος 1843/44, ὅταν μέ ἀπόφαση τῆς συγκλήτου τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν ἡ 30η Ἰανουαρίου καθιερώθηκε καί ὡς ἑορτή τῶν ἑλληνικῶν γραμμάτων. Ἀφορμή γιά τήν πρώτη ὑπῆρξε ἡ ἀποκατάσταση καί διατήρηση τῆς ἑνότητας τοῦ κοινωνικοῦ συνόλου, ὅταν «στάσις γέγονε παρά τῶν ἐλλογίμων καί ἐναρέτων ἀνδρῶν» γιά τό ποιός ἀπό τούς τρεῖς μεγάλους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἦταν ἀνώτερος, μέ ἀποτέλεσμα, ὅπως ἀναφέρει κατά λέξη ὁ Συναξαριστής, «διαιρεθῆναι τά πλήθη καί τούς μέν Ἰωαννίτας λέγεσθαι, τούς δέ Βασιλείτας, Γρηγορίτας δέ τούς λοιπούς». Στόχος τῆς δεύτερης ἦταν ἡ ἀπεγνωσμένη προσπάθεια τοῦ νεοσύστατου τότε νεοελληνικοῦ κράτους εὕρεσης σταθεροῦ σημείου ἀναφορᾶς γιά τήν πολιτιστική του ταυτότητα.
Κοινός παρονομαστής ἀμφοτέρων τῶν πρωτοβουλιῶν ἦταν ἡ ἱεραποστολική εὐαισθησία καί τό ὕψιστο καθῆκον τῆς Ἐκκλησίας νά καταθέσει τήν μαρτυρία της γιά τήν ἑνότητα τοῦ κόσμου, ἡ ὁποία δέν ἀποτελεῖ μόνον ἱεραποστολική ἀναγκαιότητα, ἀλλά ὕψιστη θεολογική καί ἐκκλησιολογική ἐπιταγή. Ἡ ἐπίτευξη, βέβαια, τῆς ἑνότητας τῆς οἰκουμένης καί ἡ προώθηση «τῆς διακονίας τῆς καταλλαγῆς», κατά τήν εὔστοχη θεολογική διατύπωση τοῦ ἰδρυτοῦ τῆς ἐκκλησίας τῶν Ἀθηνῶν καί ἀποστόλου τῶν ἐθνῶν Παύλου, δέν πρέπει νά ἐκλαμβάνεται ὡς συνέπεια τῆς νεωτερικῆς ἀρχῆς τῆς ἀνεκτικότητας καί τοῦ συμβιβασμοῦ, ἀλλά ὡς βαθύτατα θεολογικό ζήτημα, ὡς θέμα πού ἀφορᾶ πρωταρχικά στό «εἶναι» καί τήν ταυτότητα τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτό καί ἡ βασική ἐπιταγή τοῦ Χριστοῦ «ἴνα πάντες ἐν ὦσιν» (Ἰω 17,20-21) δέν ἀποτελεῖ ἁπλή ἐπιλογή, ἀλλά δεσμευτικό ἀξίωμα τῆς χριστιανικῆς μαρτυρίας, τό ὁποῖο βιώνεται στήν καθημερινή συμμετοχή μας στή ζωή, στό πάθος καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ κατά τήν Θεία Λειτουργία, ὅπου στό Ἅγιο Δισκάριο βρίσκεται ὅλη ἡ Ἐκκλησία, ἡ ἐν οὐρανοῖς Θριαμβεύουσα μέ τήν ἐπί γῆς Στρατευομένη, μέ κεφαλή τόν Χριστό καί μέλη τή Θεοτόκο, τούς Ἁγίους Ἀγγέλους, ὅλους τους ἄπ΄αἰῶνος Ἁγίους, καί ὅλους τους βεβαπτισμένους στό ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ χριστιανούς, ζῶντες καί κεκοιμημμένους. Ἄλλωστε, γιά τό σκοπό αὐτό αἰῶνες τώρα ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀκολουθώντας τήν παρακαταθήκη τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ἀκατάπαυστα προσεύχεται «ὑπέρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως».
Oἱ μέγιστοι αὐτοί Ἱεράρχες γιά νά δείξουν αὐτήν ἀκριβῶς τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ἐμφανίστηκαν πρῶτα ὁ καθένας χωριστά καί στή συνέχεια καί οἱ τρεῖς μαζί, στόν Ἰωάννη, τόν ἐπίσκοπό της πόλεως Εὐχαΐτων, κάποια ὥρα ποῦ ἑρμήνευε ἱερά κείμενα καί τοῦ εἶπαν: "Ἐμεῖς, ὅπως βλέπεις, εἴμαστε ἕνα ἐνώπιόν του Θεοῦ καί δέν ὑπάρχει καμιά ἀντίθεση οὔτε ἀντιδικία ἀνάμεσά μας. Ὅμως, κάτω ἀπό τίς ἰδιαίτερες χρονικές συγκυρίες καί περιστάσεις ποῦ βρέθηκε καθένας μας, κινούμενοι καί καθοδηγούμενοι ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, γράψαμε συγγράμματα, καί μέ τόν τρόπο τοῦ ὁ καθένας, διδασκαλίες ποῦ βοηθοῦν τούς ἀνθρώπους νά βροῦν τό δρόμο τῆς σωτηρίας. Ἐπίσης, τίς βαθύτερες θεῖες ἀλήθειες, στίς ὁποῖες μπορέσαμε νά διεισδύσουμε μέ τό φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τίς συμπεριλάβαμε σέ συγγράμματα ποῦ ἐκδώσαμε. Καί ἀνάμεσά μας δέν ὑπάρχει οὔτε πρῶτος οὔτε δεύτερος· ἀλλά, ἄν εἰπεῖς τόν ἕνα, συμπορεύονται δίπλα του καί οἱ δύο ἄλλοι. Σήκω λοιπόν καί δῶσε ἐντολή στούς φιλονικοῦντες νά σταματήσουν τίς ἔριδες καί νά παύσουν νά χωρίζονται γιά ἐμᾶς. Γιατί ἐμεῖς, καί στήν ἐπίγεια ζωή ποῦ ἤμασταν καί στήν οὐράνια ποῦ μεταβήκαμε, φροντίζαμε καί φροντίζουμε νά εἰρηνεύουμε καί νά ὁδηγοῦμε σέ ὁμόνοια τόν κόσμο. Καί ὅρισε μία ἡμέρα νά ἑορτάζεται ἀπό κοινοῦ ἡ μνήμη μας· καί, καθώς εἶναι χρέος σου, νά ἐνεργήσεις νά εἰσαχθεῖ ἡ ἑορτή στήν Ἐκκλησία καί νά συνταχθεῖ ἡ ἱερή ἀκολουθία. Ἀκόμη ἕνα χρέος σου· νά παραδώσεις στίς μελλοντικές γενιές ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε ἕνα γιά τό Θεό. Βεβαίως καί ἐμεῖς θά συμπράξουμε γιά τή σωτηρία ἐκείνων ποῦ θά ἑορτάζουν τή μνήμη μας, γιατί νομίζουμε πῶς ἔχουμε καί ἐμεῖς κάποια παρρησία ἐνώπιόν του Θεοῦ".
Ὕστερα ἀπό τό θαυμαστό αὐτό γεγονός, ὁ θεῖος ἐκεῖνος ἄνδρας, ὁ ἐπίσκοπος Εὐχαΐτων Ἰωάννης, σηκώθηκε καί ἔκαμε ὅ,τι τοῦ εἰσηγήθηκαν οἱ Ἅγιοι. Ἐπέβαλε δηλαδή τήν ἠρεμία καί τή γαλήνη καί στό πλῆθος καί στούς φιλονικοῦντες λογίους καί ἐνάρετους ἄνδρες (καί αὐτό ἔγινε εὔκολα, γιατί ἦταν ξακουστός γιά τήν ἀρετή του καί τόν σέβονταν) καί εἰσήγαγε στήν Ἐκκλησία τήν ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ὥστε νά ἑορτάζονται ἀπό κοινοῦ καί νά δοξάζεται ὁ Θεός. Ἐπειδή βρῆκε ὅτι μέσα στόν Ἰανουάριο μήνα ὑπῆρχαν ἑορτές καί γιά τούς τρεῖς αὐτούς Ἁγίους, στή 1 Ἰανουαρίου γιά τό Μέγα Βασίλειο, στίς 25 γιά τόν θεῖο Γρηγόριο καί στίς 27 γιά τόν θεῖο Χρυσόστομο, τούς ἕνωσε καί σέ μιά κοινή ἑορτή, στίς 30 Ἰανουαρίου, τήν ὁποία καί στόλισε μέ κανόνες καί τροπάρια καί λόγους ἐγκωμιαστικούς, ὅπως τούς ταίριαζε.
Ἅς ἀναφερθοῦμε τώρα λίαν συντόμως στήν προσωπική τους βιογραφία. Ὁ Βασίλειος ὁ Μέγας, γνωστός γιά τήν ρητορική του δεινότητα καί κοινωνική δράση, γεννήθηκε πιθανότατα στό "ἐν Ἀννήσοις" οἰκογενειακό τους κτῆμα κοντά στή Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου, περί τό 330 μ.χ. Ἡ μητέρα τοῦ Ἐμμέλεια, γόνος ἄριστης οἰκογένειας τῆς Καισάρειας, κόρη χριστιανοῦ μάρτυρα, ἀνέθρεψε τά πέντε κορίτσια καί τά τέσσερα ἀγόρια της μέ τή χριστιανική ἀλήθεια. Ὁ Βασίλειος ἀναδείχθηκε ἕνας ἀπό τούς τρεῖς "φωστῆρες τῆς τρισηλίου θεότητος", ὁ ἀδελφός του Γρηγόριος ἐπίσκοπος Νύσσης, διέπρεψε ὡς Ἱεράρχης καί ἐκκλησιαστικός συγγραφέας, ὁ Πέτρος διετέλεσε ἐπίσκοπος Σεβαστείας καί ὁ Ναυκράτιος παρουσίαζε κλίση πρός τό μοναχικό βίο, ἀλλά πέθανε σέ ἡλικία μόλις 27 ἐτῶν. Ὁ πατέρας τοῦ Βασιλείου λεγόταν κι αὐτός Βασίλειος, ὕπηρξε "ἐκλεκτή ψυχή, ἱκανός ρήτορας, καί διδάσκαλος ἐγκυκλίων μαθημάτων", τά ὁποῖα παρακολούθησε καί ὁ Βασίλειος. Μετά τά ἐγκύκλια μαθήματα ὁ Βασίλειος πῆγε στίς περίφημες σχολές τῆς Καισάρειας πού ἦταν πρωτεύουσα τῆς Καππαδοκίας καί "μητρόπολη τῶν γραμμάτων καί τῆς παιδείας" καί ἀργότερα στήν Κωνσταντινούπολη γιά ἀνώτερες σπουδές. Τό 351 μ.χ. φθάνει στήν Ἀθήνα, ὅπου συναντᾶ τό φίλο του Γρηγόριο (τό Θεολόγο). Ἔγιναν συγκάτοικοι, ὁμοτράπεζοι, κυριολεκτικά ἀχώριστοι.
Η Ἀθήνα τοῦ 4ου μ.χ. αἰώνα βρισκόταν σέ κατάπτωση. Παρ' ὅλα αὐτά ἡ παιδεία διατηροῦσε ἕνα ὑψηλό ἐπίπεδο. Ἐδῶ ὁ Μέγας Βασίλειος σπούδασε γιά μιά τετραετία ρητορική, φιλοσοφία, γραμματική, διαλεκτική, ἀστρονομία, γεωμετρία καί ἰατρική. Σκοπός τοῦ Βασιλείου ἦταν, μᾶς λέει ὁ Γρηγόριος "νά κατακτᾶ τά σταθερά καί μόνιμα ἀγαθά διά τῶν ἀσταθῶν καί ρεόντων τοῦ κόσμου τούτου πραγμάτων". Τήν ἑλληνική του παιδεία χρησιμοποίησε ὡς μέσο γιά τήν ἐξυπηρέτηση τῆς διάδοσης τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας. Ἡ ρητορική του Μ. Βασιλείου εἶχε δύναμιν πυρός. Προοιωνίζονταν γι' αὐτόν λαμπρό ἐπαγγελματικό στάδιο. Ὅμως ὁ Βασίλειος ἔχει ἄλλες προθέσεις. Τόν ἠλεκτρίζει ἡ ζωή τῶν ἀσκητῶν, χειροτονεῖται διάκονος καί ἀργότερα πρεσβύτερος. Σέ ἡλικία σαράντα ἐτῶν, τό 370 μ.χ. καλεῖται στό μητροπολιτικό θρόνο Καισάρειας. Ὁ Βασίλειος παρόλα τά προβλήματα τῆς ὑγείας τοῦ ἐπιτέλεσε ἔργο θαυμαστό. Ἀγωνίστηκε κατά τῶν αἱρέσεων τῆς ἐποχῆς, ἀναδείχτηκε, μέγας χριστιανός ἀνθρωπιστῆς, μέ κορυφαῖο ἔργο τήν ἀνοικοδόμηση τῆς Βασιλειάδας καί ἐργάστηκε σκληρά γιά τήν ἀνύψωση τῆς πνευματικῆς στάθμης κλήρου καί λαοῦ. Ἡ ἄρ χιερατεία τοῦ διήρκεσε μόνο 9 χρόνια. Τό τέλος τοῦ ἔνδοξου ἱεράρχη ἦλθε ὕστερα ἀπό πολλή ἐξάντληση καί πάθη σή τῶν νεφρῶν στά 49 τοῦ χρόνια, τό ἔτος 378 μ.Χ.
Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος γνωστός διά τόν θεωρητικόν του ἀγώνα καί τά θεολογικά του συγγράματα ὑπέρ τῆς ὀρθῆς πίστεως, γεννήθηκε περί τό 328 μ.χ. στήν Ἀριανζό τῆς Καππαδοκείας κοντά στή Ναζιανζό, ἐξ οὐ καί Ναζιανζηνός. Διδάχθηκε τά ἐγκύκλια γράμματα ἀπό συγγενεῖς του, συνέχισε σπουδές στήν Καισάρεια καί Ἀλεξάνδρεια καί ὕστερα στήν Ἀθήνα, ὅπου ὑπῆρξε συμφοιτητής μέ τό Βασίλειο (τό Μέγα) στήν ἀνώτατη ἐκπαίδευση. Καί οἱ δυό ἦταν ὑποδείγματα ἤθους, ἐπιστημονικῆς κατάρτισης καί "διαμορφώσεως ὑγιῶν πεποιθήσεων". Ἀπό τήν Ἀθήνα ἐπέστρεψε στή Ναζιανζό, ὅπου παρέδιδε μαθήματα ρητορικῆς. Βαπτίστηκε χριστιανός, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καί κατόπιν ἐπίσκοπος Σασίμων, ἀλλά ἐγκαταστάθηκε στή Ναζιανζό. Μετά τό θάνατο τοῦ πατέρα του, κατά τό 324 μ.χ., ἀποσύρθηκε στήν Ἰσαυρία γιά νά καταλήξει στήν ἀρειοκρατούμενη Κωνσταντινούπολη ὕστερα ἀπό παρακλήσεις καί πιέσεις.
Η ἐξωτερική του ἐμφάνιση "δέν προέδιδε σοβαρόν μαχητήν", ἀλλά ἡ φωνή τοῦ μεγάλου ρήτορα καί Θεολόγου Ἱεράρχου διαδόθηκε ταχύτατα. Μετά τό θάνατο τοῦ Οὐάλεντος, ὁ Θεοδόσιος ἐξεδίωξε τούς ἀρειανούς καί παρέδωσε τόν καθεδρικό ναό τῆς ἁγίας Σοφίας στό Γρηγόριο, τόν ὁποῖο ἡ Β' Οἰκουμενική Συνοδός (381 μ.χ.) ἀνακήρυξε Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Κατά τόν Συντακτήριο λόγο τοῦ ὁ Γρηγόριος προκάλεσε τή δυσαρέσκεια μεταξύ αὐλικῶν καί συνοδικῶν τους ὁποίους ἤλεγξε. Ἔδωσε τήν παραίτησή του στή Σύνοδο καί στόν Αὐτοκράτορα, ἀποσύρθηκε στήν Ἀριανζό (τόπο γεννήσεώς του), ὅπου ἐκοιμήθηκε σέ ἡλικία 62 χρόνων. Ὁ Γρηγόριος συνδύασε τή χριστιανική διδασκαλία μέ τήν ἑλληνική παιδεία καί ὑπῆρξε πράγματι ὁ Θεολόγος τοῦ χρυσοῦ αἰώνα τῆς Ἐκκλησίας καί γι' αὐτό ἡ Ἐκκλησία τόν τιμᾶ ὡς Θεολόγο.
“Εμείς, ἔπαρχε Μόδεστε, εἶπε στόν ἀπεσταλμένο τοῦ ἀρειανοῦ αὐτοκράτορα Οὐάλη ὀ Μ. Βασίλειος, εἴμαστε ἤρεμοι καί πράοι ἄνθρωποι καί ὑποχωροῦμε ὅταν πρόκειται γιά προσωπικά μας θέματα. Ὅταν ὅμως πρόκειται γιά τήν πίστη μας στόν Θεό, δέν ὑπολογίζουμε τίποτε, ἀγωνιζόμαστε μέχρι θανάτου, χωρίς νά φοβόμαστε ὁποιοδήποτε βασανιστήριο.Νά τά πεῖς καί νά τ’ ἀκούσει αὐτά κι ὁ βασιλιάς (PG 36, 561).
Ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, γνωστός διά τό κάλλος καί τήν πειθώ τοῦ ὕφους του, γεννήθηκε στήν Ἀντιόχεια μεταξύ των ἐτῶν 344-354 μ.χ. Ὁ πατέρας του, πού πέθανε λίγο πρίν ἀπό τή γέννησή του, ὑπῆρξε ἀνώτερος ἀξιωματικός του στρατοῦ. Ἡ μητέρα τοῦ Ἀνθοῦσα εἶχε σπάνια χαρίσματα. Ὁ Ἰωάννης μαθήτευσε κοντά στό φιλόσοφο Ἀνδραγάθιο καί τό ρήτορα Λιβάνιο. Ἄσκησε τό δικηγορικό ἐπάγγελμα "δεινός ὧν λέγειν καί πείθειν". Ἡ γοητεία τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἰησοῦ, σπέρματα τῆς ὁποίας δέχθηκε ἀπό τή μητέρα του, τόν παρακίνησε νά ἐγκαταλείψει τή δικηγορική καί νά φοιτήσει στή θεολογική σχολή τῆς Ἀντιόχειας. Βαπτίστηκε καί ἀσκήτεψε γιά αὐτοσυγκέντρωση καί πνευματική ἀνάταση. Κλονίστηκε ἡ ὑγεία του ἀπό τήν αὐστηρή ἄσκηση, ἐπέστρεψε στήν Ἀντιόχεια καί προσῆλθε στήν ἱερωσύνη, μετά τό θάνατο τῆς μητέρας του. Στην Ἀντιόχεια χειροτονήθηκε Διάκονος τό ἔτος 381 μ.Χ. ἀπό τόν ἐπίσκοπο Ἅγιο Μελέτιο καί τό 368 μ.Χ. χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος ἀπό τό διάδοχο ἐπίσκοπό του Ἄγ. Μελετίου Φλαβιανό, ἐνῶ τό ἔτος 398 μ.Χ. ἐνθρονίστηκε στό ναό τῆς Σοφίας τοῦ Θεοῦ στήν Κωνσταντινούπολη. Ἡ δράση τοῦ ὅμως γιά τήν κάθαρση τῆς Ἐκκλησίας καί Κοινωνίας εἶχε ἀντίδραση. Ἔτσι κατάφεραν οἱ ἐχθροί του τό 403 μ.Χ. νά τόν καθαιρεθοῦν ἀντικανονικά καί παράνομα. Τό 404 μ.Χ. ὑπογράφτηκε νέο παράνομο διάταγμα ἐξορίας καί ὁ ἅγιος μας πῆρε τό δρόμο τῆς πικρῆς ἐξορίας. Σταθμοί αὐτῆς τῆς ἀληθινά μαρτυρικῆς πορείας ἦταν: Χαλκηδόνα, Νικομήδεια, Νίκαια, Ἄγκυρα, Καισαρεία, Κουκουσός, Ἀράβισσος καί Κόμανα. Στήν Κουκουσό ἔμεινε 3 χρόνια καί ἔγραψε 240 ἐξαίρετες ἐπιστολές σέ διάφορα πρόσωπα. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης παρέδωσε τό πνεῦμα του στά Κόμανα τό ἔτος 4Ο7 μ.Χ.
Είναι γεγονός ὅτι ὁ «ὑψίνους Βασίλειος», «ὁ πυρίπνους Θεολόγος Γρηγόριος» καί ὁ «χρυσούς τήν γλώτταν Ἰωάννης» ἀποτελοῦν κατά τήν ἀνυπέρβλητη ἐκκλησιαστική μας ὑμνογραφία τοῦ «Πνεύματος τά ρεῖθρα τά ὠκεάνεια”.
Βασικό στοιχεῖο της αγιότητος καί τῶν τριῶν εἶναι ὄτι ηταν ἀσυμβίβαστοι μέ τό κακό, τήν ἁμαρτία καί τήν αἵρεση. Δεν γνώριζαν τή γλώσσα τῶν συμβιβασμῶν καί τῆς διπλωματίας. Προτιμούσαν νά χάσουν τή θέση τους καί αὐτή τή ζωή τους, παρά νά συμβιβαστοῦν σέ θέματα ἀρχῶν καί πίστεως. Δέ σκέφτηκαν ποτέ ἐάν ἀντίπαλοί τους ἤσαν αὐτοκράτορες ἤ σοφοί διάφοροι ἤ ἰσχυροί κατά κόσμον. Ἔμειναν ἀκλόνητοι στήν ὀρθή πίστη καί ζωή ἀψηφώντας τίς συνέπειες.
Και ὁ ἅγιος Γρηγοριος ὁ Θεολόγος, ἀφοῦ νίκησε τούς ἀρειανούς καί πῆρε πίσω τους Ναούς τῆς Κωνσταντινούπολης, πού τούς εἶχαν καταπατήσει αὐτοί, καί ἐνῶ εἶχε φίλο του τόν αὐτοκράτορα Θεοδόσιο τόν Μέγα καί μαζί του τό μεγαλύτερο μέρος τοῦ πιστοῦ λαοῦ, ὅταν μερικοί ζηλόφθονες ἐπίσκοποι ἀμφισβήτησαν τήν ἐκλογή του, παρητήθη ἀμέσως. Δέ θέλησε νά ἔλθει σέ συμβιβασμούς μέ μοχθηρούς ἀνθρώπους. Παρητήθη καί ἀπό τήν προεδρία τῆς Β’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί ἀπό τόν Πατριαρχικό θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἀντί τῆς θέσεως προτίμησε τήν ἀκεραιότητα καί τό ἀσυμβίβαστό του χαρακτῆρος του. Δέν γνώριζε τούς διπλωματικούς ἑλιγμούς, ἀλλά γνώρισμά του ἦταν ὅπως ἔγραφε, τό «μή παρασυρῆναι», νά μή παρασύρεται καί νά ἔχει«παρρησίαν» (PG 37, 32-33).
Και ὀ ιερός Χρυσόστομος, ὅταν ἔγινε Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως καί θέλησε νά καθαρίσει τήν Ἐκκλησία ἀπό ἀναξίους κληρικούς, οἱ ὁποῖοι εἶχαν τήν προστασία τῆς αὐτοκράτειρας Εὐδοξίας, δέν ἐδίστασε νά ἐλέγξει καί τήν αὐτοκράτειρα γιά τή ζωή της. Δέν συμβιβάστηκε μαζί της. Γι’ αὐτό καί ἐξορίστηκε καί πέθανε ἐξόριστος μέσα σέ ἀφάνταστες κακουχίες, μέ πνεῦμα ὅμως ἀπτόητο καί ἀδούλωτο. Χαρακτηριστικό του γενναίου καί ἀσυμβίβαστου φρονήματός του βλέπουμε στήν ὁμιλία, πού ἐκφώνησε φεύγοντας γιά τήν ἐξορία: «Πολλά τα κύματα καί χαλεπόν το κλυδώνιον•ἀλλ’ οὐ δεδοίκαμεν (δέν φοβόμαστε) μή καταποντισθῶμεν• ἐπί γάρ τῆς πέτρας εστηκαμεν. Μαινέσθω ηθαλασσα, πέτραν διαλύσαι οὐ δύναται• ἐγειρέσθω τά κύματα, τού Ιησου το πλοῖον καταποντίσαι οὐκισχύει» (PG 52, 427).
Ἅς ἔρθουμε ὅμως στό σήμερα καί νά δοῦμε τί θά ἔλεγαν οἱ Τρεῖς αὐτοί μεγάλοι Πατέρες γιά τήν σημερινή τραγική κατάσταση πού ἐπικρατεῖ παγκοσμίως καί ἰδιαιτέρως στή χώρα μας, τήν χώρα τῶν Ἁγίων καί τῶν Ἡρώων, ὅπου κυριολεκτικά ἔχει κατακλυστεῖ ἀπό τά δεινά της φερόμενης ὡς οἰκονομικῆς κρίσης. Ἡ ἱστορία ἔχει πάμπολες φορές ἀποδείξει ὅτι στήν μακραίωνη πορεία τῆς ὑπάρχει παραλληλότητα καταστάσεων καί ὅτι σέ κάθε ἐποχή ὑπάρχει ἀνακύκληση παρόμοιων προβλημάτων. Ὁ αἰώνας τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ἔχει πάμπολα κοινά μέ τήν σημερινή ἐποχή.
Ο δ΄ καί ἐ΄ αἰώνας εἶναι περίοδος κοσμογονικῶν ἐξελίξεων, μέ κύρια χαρακτηριστικά τήν ριζική ἀλλαγή στήν πολιτική νοοτροπία μέ τήν κατάρρευση τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας καί τήν στροφή στήν Ἀνατολή, τήν κοινωνική ἀνησυχία μέ τήν ἀδιάκοπη μετακίνηση καί τόν πόλεμο βαρβάρων φυλῶν, τήν πολιτική καί κοινωνική ἀστάθεια, τίς ἔντονες πνευματικές ἀνησυχίες μέ τήν ἐμφάνιση τῶν αἱρέσεων καί τῶν δογματικῶν διενέξεων, καί τέλος τήν μαζική εἴσοδο στήν Ἐκκλησία προσώπων χωρίς κατάλληλη προετοιμασία καί διάθεση μέ ἀποτέλεσμα τήν ἐκκοσμίκευση τῆς Ἐκκλησίας. Ἀκόμα καί ἡ θρησκευτική ζωή εἶχε καταντήσει μία ρουτίνα. Οἱ Ἅγιοί μας ὁμιλοῦν γιά γιά ἐθιμική καί τυπική θρησκευτικότητα. Αὐτή ἡ ἐν γένει πολιτική καί ἐκκλησιαστική ἀστάθεια ἔφερε καί τήν οἰκονομική ἀταξία μέ ἀποτέλεσμα τήν ἄνιση κατανομή τῶν ἀγαθῶν, τήν ἐκμετάλλευση τῶν πτωχῶν ἀπό τούς ἰσχυρούς, τήν μετακίνηση τῶν πληθυσμῶν στά ἀστικά κέντρα, καί τέλος τήν φτώχεια, τήν δυστυχία καί τήν κοινωνική ἀκαταστασία. Στόν 4ον αἰώνα ὑπάρχουν πάρα πολλοί πτωχοί, λίγοι πλούσιοι καί μερικοί ὑπερβολικά πλούσιοι. Ἀναφέρει χαρακτηριστικά ὁ Ἱερός Χρυσόστομός “το γάρ πλεῖστον μέρος τῶν ἀνθρώπων πενία συζῆ καί ταλαιπωρίαις καί πόνοις...”.
Ας ἔλθουμε τώρα στό σήμερα. Ἄν κάποιος ἀπό ἐμᾶς κάνει μία βόλτα στό κέντρο τῆς Ἀθήνας τό πρωί, ὅπου οἱ ἄνθρωποι κυριολεκτικῶς παρακαλοῦν καί ζητιανεύουν γιά ἕνα ξεροκόμματο ἤ τό βράδυ ὅπου χιλιάδες ἄστεγοι κοιμοῦνται στά παγκάκια καί στά πεζοδρόμια, θά καταλάβει τό πόσο ὁμοιάζει ἡ τότε μέ τήν σημερινή ἐποχή ἀλλά καί τό πόσο τά λόγια αὐτά τῶν Πατέρων ἀπηχοῦν. Ἡ πολιτική καί κοινωνική ἀστάθεια πού ἐπικρατεῖ, ἡ ἄνιση διανομή τοῦ πλούτου μέ ἀποτέλεσμα τήν οἰκονομική κρίση, ὁ ὑπερκαταναλωτισμός, τά σπάνια καιρικά φαινόμενα καί βιβλικές καταστροφές καί οἱ συνεχεῖς κοινωνικές καί πολεμικές ἀναταραχές πρέπει νά δημιουργήσουν μία μεγάλη ρωγμή στόν γυάλινο πύργο τοῦ ἐφησυχασμοῦ μας. Αὐτό ὅμως πού πρέπει πραγματικά νά μᾶς ταρακουνήσει εἶναι ἡ πνευματική ἀβιταμίνωση τῆς σημερινῆς ἐποχῆς, πού εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀπομακρυνσῆς μας ἀπό τά χνάρια καί τήν πορεία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Αὐτή πού ἔχει κυριολεκτικά κατακλύσει τήν ἐποχή μᾶς εἶναι ἡ πνευματική κρίση, ἡ κρίση πού δημιούργησε ὁ ἐγωισμός καί ἡ φιλαυτία μας, ἡ κρίση πού δημιούργησε ἡ ἀπομάκρυνησή μας ἀπό τά ἑλληνορθόδοξα ἰδεώδη καί ἰδανικά μας, καί τέλος ἀπό τό τόλμημα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν τῆς συνθέσεως τοῦ χριστιανικοῦ μέ τό ἑλληνικό πνεῦμα...
Αυτοί πού περιφρονοῦν τό ἑλληνορθόδοξο μορφωτικό ἰδεῶδες μαρτυροῦν κάποιον Ἀβδηριτισμό. Οἱ ἀρχαῖοι Ἀβδηρίτες κατά τήν σκωπτική παράδοση κατασκεύαζαν καλλιμάρμαρες κρῆνες καί καλλιτεχνικές βρύσες, μά ὅταν ἄνοιγαν γιά νά ἀντλήσουν νερό, τότε διαπίστωναν πώς δέν ἔτρεχαν, γιατί ἁπλούστατα δέν εἶχαν φροντίσει νά τίς συνδέσουν μέ κάποια πηγή...Ἕνας τέτοιος ἀβδηριτισμός φανερώνεται δυστυχῶς καί σήμερα, ὅπου ὁ ἄνθρωπος δέν συνδέει τά μορφωτικά, πολιτιστικά καί τεχνολογικά του ἐπιτεύγματα μέ τήν πηγή τῆς σοφίας, τόν ἐν Τριάδι Θεόν, πού ἔδωσε στό τελειότερο δημιουργημά του, στήν κορωνίδα τῆς θεία δημιουργίας, τόν ἄνθρωπο, τή σοφία, τό μυαλό καί τή λογική ὥστε νά μπορέσει νά προοδεύσει καί νά ἐπιτύχει τέτοιου εἴδους ἐπιτεύγματα...Ἐδῶ ἐπικεντρώνεται καί ἡ μόνη εἰδοποιός διαφορά τῆς ἐποχῆς ἐκείνης μέ τήν σημερινή, εἶναι ὅτι τότε ὑπῆρχαν ἀναστήματα σάν τούς Τρεῖς Ἱεράρχες, πού ἦταν τέλειοι χριστιανοί δοσμένοι ψυχή τέ καί σώματι στόν Χριστό καί ἀσυμβίβαστοι μέ ὁποιαδήποτε ἐπίγεια βασιλική ἐξουσία. Ἀντίθετα σήμερα ὁ συμβιβασμός καί ἡ σκοπιμότητα ἔχουν ξηράνει ὁλοκληρωτικά κάθε διάθεση διαμαρτυρίας καί ἀλλάγης. Αὐτή εἶναι καί ἡ καταλυτική διαφορά τῆς ἐποχῆς μας ἀπό τήν ἐποχή τους!
Οι ἀρχαῖοι ἠμῶν πρόγονοι ἔλεγαν “πάσα ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καί τῆς ἀρετῆς, πανουργία οὐ σοφία φαίνεται...”. Αὐτή ἡ ἐπιστήμη πού ἀναφέρεται ἐδῶ εἶναι ἡ ἐν γένει θύραθεν παιδεία, τήν ὁποίαν σπούδασαν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες ἐδῶ στή γῆ σέ ἐπίγεια Πανεπιστήμια καί Σχολές, ἡ ἀρετή δέ εἶναι ἡ οὐράνια καί θεία παιδεία, τήν ὁποίαν σπούδασαν καί βίωσαν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες στό Πανεπιστήμιο τῆς ἐρήμου μέ τό Μοναχισμό καί τά ἀσκητικά ἰδεώδη του καί στό Πανεπιστήμιο τῆς Ἐκκλησίας διαποιμαίνοντας καί διακονώντας τό λογικό ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ, μιμούμενοι αὐτό τό παράδειγμα τοῦ Θεανθρώπου Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ποια εἶναι ἡ ἀγωγή καί ἡ παιδεία, λοιπόν, ποῦ προτείνουν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες; Ἡ ἀγωγή καί παιδεία πού κρίνουν ἀπαραίτητη κυρίως γιά τήν νεολαία, τή νέα γενιά, πού μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ἀποτελεῖ τό μέλλον τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς πατρίδος μας, καταξιώνεται ὑπό τό φῶς τοῦ προορισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι ἕνας συνεχής ἀγώνας “ὁμοιωθῆναι Θεῶ κατά τό δυνατόν ἀνθρώπου φύσει. Ὁμοίωσις δέ οὐκ ἄνευ γνώσεως, ἡ δέ γνῶσις οὐκ ἐκτός διδαγμάτων”, ὅπως μᾶς λέγει ὁ Μ.Βασίλειος. Ἡ σύνδεση αὐτή τῆς παιδείας μέ τήν χριστιανική σωτηριολογία εἶναι ἐξαιρετικά σημαντική. Τό ὑπόβαθρο μιᾶς τέτοιας παιδείας εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἡ Αἰώνια Ἀλήθεια. Εἶναι κοινή διαπίστωση ὅτι μᾶς ἔμειναν ἐλάχιστα περιθώρια γιά δράση τῶν πνευματικῶν δυνάμεων, διότι ὅλα ἔχουν κατακλυστεῖ ἀπό μιά πνευματική ἀναρχία. Ἡ χριστιανική παιδεία καί ἀγωγή εἶναι ἐπιτακτική ἀνάγκη, διότι ὁ στόχος τῆς βρίσκεται ἔξω ἀπό τόν κόσμο, πέρα ἀπό τόν στενό ὁρίζοντα τῆς ἐγκόσμιας προοπτικῆς, Τό ἀρχέτυπο στό ὁποῖο κατατείνει ἡ πνευματική μας πορεία, εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Χριστός καί ἀνθρωπόθεος, ὁ θεωμένος ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος.
Η ἀφύπνιση τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεώς μας ἀπό τόν ὕπνο τῆς ἁμαρτίας στήν περιοχή τῆς καινῆς ζωῆς καί ἡ πνευματική μας ἀναγέννηση μέ τό μυστήριο τῆς μετανοίας, τό ὁποῖο σήμερα ἰδιαιτέρως προβάλλει ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, 2η Κυριακή του Τριωδίου , μέ τήν εὐαγγελικλή περικοπῆ τῆς περίφημης Παραβολῆς τοῦ Ἀσώτου, γιά τήν ὁποία ἔχει γραφεῖ πώς ἄν ὅλες οἱ γραφές χανόντουσαν καί ἔμενε μόνο αὐτή ἡ περικοπή, αὐτή θά ἦταν ἀρκετή γιά τήν σωτηρία μας. Ὁ Θεός συγχωρεῖ καί ἐπιβραβεύει τό πλάσμα Του, τόν ἄνθρωπο ποῦ ἐνῶ τοῦ χάρισε ἀπεριόριστη ἐλευθερία, ἐκεῖνος «δαπανήσας ἀσώτως τήν θεία δωρεά,ἐμακρύνθη εἰς χῶραν μακράν» καί τώρα ἀφοῦ μετενόησε γιά τό σφάλμα τοῦ «ἔρχεται εἷς ἐαυτόν» καί ἐπιστρέφει στήν πατρική ἑστία. Αὐτή ἡ συγκεκριμένη παραβολή τοῦ Ἀσώτου ἀλλά καί ἐν γένει ὅλη ἡ ὑμνολογία τῆς νέας λειτουργικῆς περιόδου τοῦ Τριωδίου πρέπει νά μᾶς ἀφυπνίσει πνευματικά ἀπό τόν λήθαργό της ἁμαρτίας καί τῆς ἀμελείας καί νά μᾶς ἀπαναπροσανατολίσει στήν πορεία μας πρός τόν Χριστό ἔτσι ὥστε νά μπορέσουμε πραγματικά νά συμπορευθοῦμε μαζί του κατά τό ἑκούσιο Ἀπολυτρωτικό Του Πάθος καί νά Ἀναστηθοῦμε μάζι Του κατά τήν Ἁγίαν του Ἀνάσταση.
Πορεία λοιπόν πρός τόν Χριστό εἶναι τό μήνυμα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Ὁ Χριστός εἶναι γί΄αὐτούς τό μόνο σταθερό σημεῖο τῆς ὑπάρξεώς μας, ἡ ἐν Χριστῷ ζωή δέ ἡ μόνη πραγματικότητα, ἡ μόνη πού μπορεῖ νά ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο στό ἀρχετυπό του, τόν Χριστό. Τόν Χριστό ὅμως τῆς Ἐκκλησίας, στήν πληρότητα καί καθολικότητά του, τόν Χριστό ὡς κεφαλή τῆς Μιᾶς, Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, καί ὄχι τόν Χριστό τῶν αἱρέσεων, τῆς αὐθαίρετης χριστιανικότητος, τῆς Παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τῶν σχισμάτων καί τῶν παρασυναγωγῶν πού ἀναιροῦν αὐτήν ἀκριβῶς τήν Ἐκκλησιαστική Ἀλήθεια καί τήν μοναδικότητα τῆς σωτηρίας.Εἶναι καιρός νά καταλάβουμε πιά, καί κυρίως ἐμεῖς ἡ νέα γενιά, πώς ἄν δέν ἀκοῦμε τόν λόγο τῶν Πατέρων μας, τελικά θά μείνουμε χωρίς κανένα θεμέλιο. Χρειαζόμαστε ἕνα νεοπατερισμό, ὡς ἀναβίωση τοῦ φρονήματος τῶν Πατέρων στήν ἐποχή μας, γιά νά μπορέσουμε νά ξεπεράσουμε τίς δυσκολίες. Αὐτό θά εἶναι δυνατόν ὅταν μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ξαναβαπτιστοῦμε στήν πατερική μας παράδοση, στόν ἀδαπάνητο αὐτό πλοῦτο καί θησαυρό τῶν Ἁγίων.
Δόξα τῷ Θεῶ εἴμαστε εὐτυχεῖς πού γεννηθήκαμε μέσα στούς κόλπους τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας... Δόξα τῷ Θεῶ εἴμαστε μέσα στό λιμάνι καί τήν κιβωτό τῆς σωτηρίας...Τά ὑπόλοιπα πλέον ἔγκειται στήν προσωπική διάθεση καί ἐπιλογή τοῦ καθενός μας, καί στόν προσωπικό μας ἀγώνα. Ἔχοντας ὡς φωτεινό ὑπόδειγμα τήν ἀγωγή καί διδασκαλία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν πρέπει νά καταλάβουμε καί ἐμεῖς, ἰδιαιτέρως ἡ νέα γενιά, τό χρέος πού ἔχουμε ἀπέναντι σήν Ἐκκλησία καί στόν Ἱερό Ἀγώνα, γιά τόν ὁποῖον οἱ προηγούμενοι ἀπό ἐμᾶς δέν ὑπολόγιζαν οὔτε κόπο οὔτε διωγμό οὔτε ἐξορίες οὔτε χρήματα...ἔδωσαν ὅλο τους τό εἶναι στόν Ἱερό ἀγώνα γιά νά ἀπολαμβάνουμε σήμερα ἐμεῖς μία ἐλεύθερη καί ζῶσα Ἐκκλησία...Γιά νά συνεχιστεῖ ὅμως αὐτός ὁ Ἱερός ἀγώνας ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας χρειάζεται ἰδιαιτέρως στίς δύσκολες αὐτές ἡμέρες πού διανύουμε πνευματική ἀφύπνιση...Πρωταρχικό καθῆκον μᾶς πρέπει νά εἶναι ἡ συνεργασία κληρικῶν καί λαϊκῶν στά πλαίσια τῆς ἐνορίας σέ ἐπίπεδο λατρείας, φιλανθρωπικοῦ καί κοινωνικοῦ ἔργου, ἱεραποστολῆς καί κατηχήσεως ὡς μελῶν τῆς Ἐκκλησίας πάντοτε ὑπό τήν εὐλογία τοῦ οἰκείου ἐπισκόπου, διότι ὅπως μᾶς λέγει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος “οἱ λαϊκοί δέονται ἠμῶν, ἠμεῖς δέ πάλιν δί΄αὐτούς ἐσμέν...”. Δευτερευόντως ἡ ὀρθή διαπαιδαγώγηση καί παιδεία τῶν μικρῶν παιδιῶν καί τῶν νέων των Κατηχητικῶν Σχολείων θά ἐπανδρώσει τήν Ἐκκλησία μέ νέους κληρικούς, ἱεροψάλτες, κατηχητές καί νέα στελέχη στό ἱεραποστολικό, λατρευτικό, κηρυκτικό, φιλανθρωπικό καί κοινωνικό της ἔργο πού θά διακονήσουν μέ ἱερό ζῆλο καί ἀνιδιοτέλεια.
Ιδιαιτέρως ἡ Ἐκκλησία μᾶς ἔχει τήν ἀνάγκη νέων ἀξίων κληρικῶν, πού θά προσφέρουν τόν ἑαυτό τους στή διακονία της, εἴτε μέσα ἀπό τόν ἔγγαμο βίο δημιουργώντας χριστιανικές οἰκογένειες εἴτε μέσα ἀπό τόν ἄγαμο βίο ἀκολουθώντας τίς θεῖες ἐπιταγές τοῦ Ὀρθοδόξου Μοναχισμοῦ. “Η θεία χάρις ἡ πάντοτε τά ἀσθενῆ θεραπεύουσα καί τά ἐλλείποντα ἀναπληρούσα” εἶναι τά λόγια πού ἀκούει κάθε κληρικός τήν ὥρα τῆς χειροτονίας του. Εἶναι σαφές ἀπό τήν πρώτη στιγμή ὅτι τό ἔργο πού ἀναλαμβάνει ὁ κληρικός δέν εἶναι μετρημένο στά μέτρα του, ἀντιθέτως ὑπερβαίνει σέ πολύ μεγάλο βαθμό τά μέτρα οἱουδήποτε ἀνθρώπου, ἀφοῦ εἶναι φτιαγμένο στά μέτρα τοῦ Θεοῦ. Δέν εἶναι τό ἔργο τοῦ κληρικοῦ δύσκολο, πολύπλοκο ἤ ἀκατόρθωτο, ἀλλά ὑπερβαίνει τίς ἀνθρώπινες δυνάμεις γί΄αὐτό καί ἡ χάρις τοῦ Παναγίου Πνέυματος ἀναπληρεῖ ὅλες αὐτές τίς ἐλλείψεις...Ἀπό τόν κάθε νέο ὑποψήφιο κληρικό ἀρκεῖ ὁ λόγος πού εἶπε ἡ Παναγία μας στόν Ἀρχάγγελο Γαβριήλ “Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γενοιτό μοί κατά τό ρῆμα σου...”, ἀρκεῖ ἡ συγκατάθεσή μας στό κάλεσμα τοῦ Κυρίου, ὅλα τα ὑπόλοιπα δέν ἔιναι δικά μας...ἀλλά δικά Του...Ἡ Ἱερωσύνη εἶναι ἕνα θαῦμα, εἶναι ἔργο ὑπερανθρώπινο, εἶναι ἔργο τῆς πανσθενουργοῦ θείας χάριτος, τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ἀποδεχτεῖ καί νά ὑπηρετήσει...Ὁ Ἱερός Χρυσόστομός μας λέγει σέ ἕνα ἀπό τούς περίφημους λόγους του “οὔτε ἄγγελος, οὔτε ἀρχάγγελος ἐργάσασθαι τί δύναται εἰς τά δεδομένα παρά Θεοῦ, ἀλλά Πατήρ καί Υἱός καί Ἅγιον Πνεῦμα πάντα οἰκονομεῖ, ὁ δέ ἱερεύς τήν ἐαυτοῦ δανείζει γλώτταν καί τήν ἐαυτοῦ παρέχει χείραν....”
Τελειώνοντας θά ἤθελα νά εὐχαριστήσω τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ.κ. Καλλίνικο, τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ἀττικῆς καί Βοιωτίας κ.κ. Χρυσόστομο πρόεδρο τῆς συνοδικῆς ἐπιτροπῆς νεότητος τῆς Ἐκκλησίας μᾶς καθώς καί τήν συντονιστική ἐπιτροπή τοῦ Νεανικοῦ Ὀρθοδόξου Συνδέσμου, γιά τήν τιμή πού μου ἔκαναν νά ἀναλάβω τήν σημερινή εἰσήγηση. Ευχηθείτε Σεβασμιώτατε κι ἐμεῖς νά ἀναγεννηθοῦμε πνευματικά μέ τό μυστήριο τῆς μετανοίας, νά γίνουμε ἐνσαρκωτές, μάρτυρες καί κήρυκες τῆς Πατερικῆς Ἑλληνορθοδόξου Παραδόσεως καί νά μιμηθοῦμε κατά τό μέτρο τῶν ἐλαχίστων δυνατοτήτων μᾶς τό παραδειγμά τους καί τήν ἁγίαν τους βιοτήν. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου